Τρίτη 11 Ιουλίου 2017

ο Απόστολος Βετσόπουλος γράφει για τον αείμνηστο Σπυρίδωνα Υφαντή





ΑΡΘΡΟ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΟΥ
ΣΠΥΡΙΔΩΝΑ ΔΑΜΙΑΝΟΥ ΥΦΑΝΤΗ

Η αγάπη προς τους δασκάλους αποτέλεσε το χρέος για να αφήσω μερικές πινελιές θύμησης και νοσταλγίας, τιμώντας τον Άρχοντα Υμνωδό της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας Σπυρίδωνα Υφαντή ο οποίος ορμώμενος από το Νεοχωράκι Άρτας, όπου γεννήθηκε το 1937, αλλά ακμάσας ως μουσικός και παιδαγωγός σε αρκετές πόλεις της Ελλάδας, όπως στην Αθήνα, το Καρπενήσι, το Αγρίνιο, το Αίγιο, τη Λευκάδα, την Άρτα και τα Γιάννενα, απεδήμησε στας αιωνίους μονάς στις 24 Φεβρουαρίου 2017 στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο των Ιωαννίνων, όπου νοσηλευόταν. Εσίγησε στην παρούσα ζωή ένας μεγάλος εκφραστής και συνεχιστής της Βυζαντινής μουσικής και παράδοσης. Ο μακαριστός φίλος Σπύρος Υφαντής εμφανίστηκε στην περιοχή Αγρινίου το 1975 ως δάσκαλος και ιεροψάλτης. Αμέσως, ξεχώρισε ως πρωτοψάλτης όχι μόνο για το ύφος του, την εκτελεστική δεινότητα και στιβαρή έκφραση των ύμνων της Βυζαντινής εκκλησιαστικής Μουσικής, αλλά και για την προσήνεια και τη συγκατάβαση προς τους νέους, που ήθελαν να γίνουν ιεροψάλτες. Ιδιαιτέρως το ύφος του και ο τρόπος του ψαλσίματός του αντηχούσαν ουράνιες μελωδίες που συνυφαίνονταν με κατάνυξη, μεγαλοπρέπεια και αρχοντιά. Ο Υφαντής ακολουθούσε κλιμακούμενη ψαλμωδία, που αφού περνούσε από το δοξαστικό και την αργή δοξολογία, έφτανε στην κορύφωση με το χερουβικό ύμνο. Έχει ψάλλει συγκλονιστικά «Τριάδι», αφού κεντούσε στην κυριολεξία και απέδιδε ολοκληρωμένη μελωδία, συνοδεύοντας τα Χερουβείμ, που υπερίπταντο. Είχε συναίσθηση ότι ανήκε στον κατώτερο κλήρο και πίστευε ότι ο ψάλτης αποτελούσε για τους ανθρώπους τον αγωγό θείας κατάνυξης και προσευχής. Στο ψάλσιμό του δεν κυριαρχούσε το μουσικό μέλος πάνω στο εκκλησιαστικό κείμενο, αλλά έψαλε σεβόμενος το κείμενο για γίνεται κατανοητό στους πιστούς το πολύτιμο νόημά του. Ο αμείλικτος μουσικός χρόνος, δηλαδή η χρονική αγωγή, που είναι ο ιδιαίτερος ρυθμός με τον οποίο ψάλλεται κάθε τροπάριο και ύμνος, αποτελούσε για τον Υφαντή την πρώτιστη προτεραιότητα και δεξιότητα για τη σωστή εκτέλεση και εκμάθηση της Βυζαντινής Μουσικής.
Θυμάμαι ότι από δέκα χρονών έψαλα στα αναλόγια, ακολουθώντας τους ψάλτες και από δώδεκα χρονών ασχολήθηκα με τη Βυζαντινή μουσική, έχοντας ακούσματα μεγάλων ψαλτών, όπως ήταν ο «όντως» άρχων Θρασύβουλος Στανίτσας ο οποίος για τρία συνεχόμενα έτη 1970, 1971 και 1972 έψαλε την Κυριακή της Πεντηκοστής και τη Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος στην Αγία Τριάδα Αγρινίου με ισοκράτη τον Ν. Γιάννου με τα σγουρά τύπου αφάνας μαλλιά, καλεσμένος από τον αείμνηστο παπα-Γιώργη Καλακανίδα. Ο παπα-Γιώργης Καλακανίδας, αφού διακόνισε για λίγα χρόνια το ναό, στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, προφανώς για οικογενειακούς λόγους, ενώ από τον ίδιο προμηθευτήκαμε το εξαίρετο μουσικό «Τριώδιο» του Στανίτσα, τυπωμένο το 1969. Στο δεξιό αναλόγιο του ιερού ναού της Αγίας Τριάδος έβλεπα τον Στανίτσα από ψηλά, από τον γυναικωνίτη του ναού, καθώς εκκλησιαζόμουν μαζί με τη μητέρα μου και τα αδέρφια μου από την ηλικία των εννέα χρόνων. Μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση η καλλικέλαδη φωνή του, ο ιδιαίτερος τρόπος ψαλσίματός του και το παράστημά του. Στη ίδια εκκλησία, επίσης,  πηγαίναμε με το 3ο Δημοτικό Σχολείο Αγρινίου, που βρίσκεται δίπλα στο ναό, το Σάββατο για να λειτουργηθούμε, όπου στο δεξιό αναλόγιο έψαλε περιστασιακά ο αείμνηστος διευθυντής μας Κωνσταντίνος Ζώης με συνοδεία μικρών μαθητών και ανάμεσά τους ήμουνα κι εγώ μαθητής της Πέμπτης δημοτικού.
Έγινε η αναφορά αυτή στη σύνδεση του Στανίτσα με το Αγρίνιο για να επισημανθεί ότι ο Υφαντής πλησίασε σε πολύ μεγάλο βαθμό το ύφος του Στανίτσα και διατηρούσε σύνδεσμο μαζί του, αφού όταν πήγα στην Αθήνα για σπουδές το 1980 με έστειλε στον Άρχοντα πρωτοψάλτη Στανίτσα, όπου έψαλλε στον Άγιο Δημήτριο Αμπελοκήπων. Επίσης, όταν ο Στανίτσας λόγω ασθενείας αποχώρησε από το αναλόγιο το 1985, έγινε πρόταση στον Υφαντή για να τον διαδεχθεί, προφανώς ύστερα από σύσταση του Στανίτσα, αλλά ο Σπύρος επέλεξε τη Μητρόπολη του Αιγίου για οικογενειακούς ή και άλλους λόγους, αποφεύγοντας τη μετεγκατάσταση στην πρωτεύουσα. Τίποτε δεν είναι τυχαίο.
Μια Κυριακή του Σεπτεμβρίου (πιθανώς) του 1974 στο αριστερό ψαλτήρι του ενοριακού ναού του Αγίου Γεωργίου στο Αγρίνιο έψαλε ένας νέος ψάλτης ο οποίος ήρθε για να δοκιμαστεί. Καθώς συμμετείχα στο χορό του δεξιού αναλογίου ως μαθητής της δευτέρας Γυμνασίου και της βυζαντινής μουσικής, μου προξένησε πολύ καλή εντύπωση και είπα μέσα μου: «αυτός ο ψάλτης δεν κάνει για αριστερός, αλλά για δεξιός». Τρία χρόνια αργότερα, έμαθα ότι λεγόταν Σπυρίδων Υφαντής, όταν χρειάστηκε να αναζητήσω έναν δεύτερο δάσκαλο στη Βυζαντινή μουσική, ύστερα από την μετεγκατάσταση στην Αθήνα του πρώτου δασκάλου μου Γεωργίου Νάκου, λόγω σπουδών των παιδιών του. Ο Υφαντής σπούδασε βυζαντινή και ευρωπαϊκή μουσική, παίζοντας και ακορντεόν, αλλά καλλιέργησε την πρώτη. Υπήρξε παιδαγωγός δάσκαλος, αλλά και δάσκαλος της μουσικής τέχνης του Βυζαντίου, εκκλησιαστικής και κοσμικής. Ο ναός του Αγίου Γεωργίου στην Ματαράγκα της Μακρυνείας με τα εντοιχισμένα κιούπια για καλύτερη ακουστική, όπου έψαλλε στην Κατοχή για δύο έτη ο μετέπειτα για πολλά έτη Πρωτοψάλτης του Μητροπολιτικού Ναού Αγίου Αθανασίου της πόλης των Ιωαννίνων Σωτήριος Τάττης τον οποίο και διαδέχτηκε ο Σπυρίδων Υφαντής στην τελευταία του θέση το 1990, θα γίνει ο αναβαθμός της ψαλτικής τέχνης του Σπυρίδωνα Υφαντή προς την κατάκτηση της κορυφής (1976-1985). Η ιδιαιτέρως, φιλόμουσος κοινωνία της περιοχής Μακρυνείας με τη δημοτική της παράδοση και του Αγρινίου αγκάλιασε με περισσή αγάπη τον δάσκαλο των παιδιών της και πρωτοψάλτη Σπυρίδωνα Υφαντή ο οποίος με τη σειρά του θα ανταποδώσει τη λατρεία του κόσμου, όταν μετά από είκοσι έτη θα προσκληθεί να ψάλλει στο πανηγύρι της εορτής των πρωτο-κορυφαίων Αποστόλων Πέτρου Παύλου του κοντινού χωριού Ζευγαράκι το 2007, όπου υπηρετούσα ως δεξιός ιεροψάλτης, θα συρρεύσει πολύς κόσμος για να τον τιμήσει από τα γύρω χωριά της Μακρυνείας και ιδιαίτερα από την Ματαράγκα και στο τέλος όλοι, πλήθος κόσμου και πιστών, πήγαν και τον χαιρέτησαν, εκφράζοντας την αγάπη τους προς το πρόσωπό του.
Το 1978, πριν να αρχίσει η ακολουθία των Χαιρετισμών στο ναό του Αγίου Γεωργίου Ματαράγκας, συναντήσαμε μέσα στο ιερό τον βλοσυρό και απόμακρο Επιθεωρητή της Δημοτικής Εκπαιδεύσεως ο οποίος ήρθε προφανώς για να ελέγξει τον Υφαντή, αν θα έψαλλε, επειδή πριν από ένα μήνα είχε κάνει εγχείρηση στις φωνητικές χορδές και τελείωνε η άδειά του. Όμως, θυμάμαι, ήμουνα εκεί μαζί του και σχεδόν έψαλλα μόνος μου όλον τον κανόνα.  Δεν πρόσεχε τη φωνή του ο Σπύρος, τα έδινε «όλα» στο αναλόγιο, στο σχολείο, στις χορωδίες και στη διδασκαλία της βυζαντινής μουσικής σε μαθητές. Έρχονταν στις διάφορες ακολουθίες φιλόμουσοι και κάθονταν στα διπλανά στασίδια και τις καρέκλες για να μυρίσουν τα ηχοχρώματα και τις εξαίσιες συνθέσεις του πρωτοψάλτη και μας προσκαλούσαν στα γιορτινά τραπέζια ύστερα από την εκκλησία για ψυχική και πνευματική ευωχία. Δεν υπήρχε Κυριακή που να μην φτάναμε στο Αγρίνιο μετά το μεσημέρι. Αρκετοί φίλοι και φιλόμουσοι με προεξάρχοντα τον αείμνηστο Μελέτη Σαλάπα επιζητούσαν την παρέα του Σπύρου. Ο Μελέτης, εντρυφώντας στην πλούσια δημοτική και εκκλησιαστική μας παράδοση, μετέδιδε σπάνια ποιήματα και τραγούδια. Μια ποιητική σύνθεση του Ανθίμου του Αρχιδιακόνου του Εφεσιομάγνους, για μια ευϊδή και καλλίπαρρον νέα του Αιτωλικού, που μου μετέφερε ο Μελέτης, ήταν και η εξής: «Την είδατε την Πινελιώ με την ελιά στο μάγουλο…». Χωρίς να είναι υπερβολή, αλλά αληθινή αντανάκλαση της πραγματικότητας, τόσο ο Στανίτσας όσο και ο Υφαντής έκαναν ανθρώπους «χριστιανούς», όπως μερικοί έλεγαν, αφού η μουσική δεινότητα των δύο στην εκτέλεση της βυζαντινής μουσικής, τους συνέπαιρνε σε άλλη ατμόσφαιρα και μετήλλασσεν τον ψυχισμό τους.
Από εκεί, η φήμη του Υφαντή θα απλωθεί σε όλη την Ελλάδα, αφού θα τον ανακαλύψει ο Λυκούργος Αγγελόπουλος και θα τον παρουσιάζει για αρκετό καιρό στην εκπομπή του στο Τρίτο Πρόγραμμα του Κρατικού Ραδιοφώνου της ΕΡΤ, ψάλλοντας αίνους και δοξαστικά. Εξάλλου, τον Υφαντή προσκαλούσαν για αρκετά χρόνια να ψάλλει σε πανηγυρίζοντες ιερούς ναούς στην Κυπαρισσία, Αθήνα, Άρτα, Αγρίνιο και αλλαχού. Όταν ήμουν φοιτητής στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1982 τον προσκάλεσαν να ψάλλει σε πανηγυρίζοντα ιερό ναό των Ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης στην περιοχή της Βορειοδυτικής Αττικής, όπου χιλιάδες πιστών, μητροπολιτών, υπουργών, αρχόντων και λαού, ακολούθησαν την λιτανεία της ιεράς εικόνας των αγίων. Ο Σπυρίδων Υφαντής στο Αγρίνιο επανίδρυσε το Σύλλογο Ιεροψαλτών και στις αρχές της δεκαετίας του ’80 επαναλειτούργησε τη Σχολή της Βυζαντινής μουσικής η οποία σταμάτησε να λειτουργεί, όταν ο Νάκος εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1977. Δεν ήταν υπερόπτης, αλλά απλός, συναινετικός και συγκαταβατικός χαρακτήρας και δεν του άρεσαν οι ίντριγκες και οι μηχανισμοί εξουσίας. Βρέθηκε με την αξία του, εκεί που έφτασε. Στο Αγρίνιο συνέβη και το εξής γεγονός: Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ενώ το εκκλησιαστικό συμβούλιο του ιερού ναού της Αγίας Τριάδας είχε αποφασίσει την πρόσληψή του στη κενή θέση του δεξιού ιεροψάλτη και ο Υφαντής πήγε στην εκκλησία την Κυριακή το πρωΐ για να ψάλλει, του ανακοινώθηκε από τον ιερέα ότι τελικά δεν θα προσληφθεί κατά διαταγή «άνωθεν». Βλέποντας την μετέπειτα πορεία του Υφαντή, που αγαπούσε το Αγρίνιο, καθ΄ ομολογίαν η πόλη και η περιοχή Αγρινίου έχασε από την απουσία του, όταν μετοίκισε στο Αίγιο το 1985, όπου ανέλαβε πρωτοψάλτης του Μητροπολιτικού ναού, ενώ το 1987 ίδρυσε τη Σχολή Βυζαντινής Μουσικής Αιγιαλείας της Ιεράς Μητροπόλεως Καλαβρύτων και Αιγιαλείας, που λειτουργεί μέχρι και σήμερα. Αναρωτιέται κανείς ο Υφαντής δεν έκανε για ιεροψάλτης ενός ενοριακού ναού του Αγρινίου και ήταν άξιος για τη Μητρόπολη της πόλης του Αιγίου;
Την τελευταία εικοσιπενταετία (1990-2015), που έψαλλε στη Μητρόπολη Ιωαννίνων, υπήρχαν άνθρωποι οι οποίοι επισκέπτονταν τα Γιάννενα μόνο και μόνο για να ακούσουν και να συνομιλήσουν με τον Σπύρο Υφαντή. Κάθε τόπος για να πάει μπροστά και να καλλιεργηθεί πνευματικά έχει ανάγκη από μορφές και προσωπικότητες, όπως ήταν ο Υφαντής ο οποίος κινητοποιούσε όλους με τα προτερήματα και τα ελαττώματά τους. Εκτός από εξαίρετος πρωτοψάλτης, ο Υφαντής υπήρξε δάσκαλος και χοράρχης της Βυζαντινής Μουσικής, αφήνοντας πολλούς μαθητές στις περιοχές που έψαλε και δίδαξε. Υπηρέτησε τα αναλόγια των ιερών ναών της Αγίας Βαρβάρας Αργυρουπόλεως (1967-1972) και του Αγίου Σώστη (1972-1974) στην Αθήνα, της Αγίας Τριάδας Παναιτωλίου (1975-1976) και του Αγίου Γεωργίου Ματαράγκας (1976-1985) στην Αιτωλοακαρνανία, του Μητροπολιτικού Ναού της Παναγίας της Φανερωμένης (1985-1990) στο Αίγιο και του Μητροπολιτικού Ναού του Αγίου Αθανασίου (1990-2015) στα Ιωάννινα, εκτός από τη χρονιά 1997-1998, όπου έψαλλε στο Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Δημητρίου στην Άρτα. Το 2004 απονεμήθηκε επαξίως στον Σπύρο Υφαντή το Οφίκιο του Άρχοντος Υμνωδού της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας (Μ.τ.Χ.Ε.) από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και Νέας Ρώμης Βαρθολομαίο ως ύψιστη αναγνώριση της πολυσχιδούς προσφοράς του στη Βυζαντινή Μουσική και την Εκκλησία. Εκτιμώντας την πορεία και την τεράστια προσφορά του στην εκπαίδευση και στην ψαλτική τέχνη, αξίζει να του πούμε ένα πολύ μεγάλο «ευχαριστώ». Τέλος, ευχόμαστε και ελπίζουμε ο αγαπητός φίλος και δάσκαλος Σπυρίδων, αναπαυόμενος στις σκηνές του ουράνιου Παραδείσου, να προσεύχεται για τη σωτηρία μας. Αιωνία η Μνήμη σου, αγαπημένε αδελφέ Σπύρο στη μακαρία ζωή. Μας λείπεις αληθινά!

      Διακαινήσιμος Εβδομάς του Πάσχα 2017

Με εκτίμηση

            Δρ Απόστολος Βετσόπουλος  
                         Σχολικός Σύμβουλος Φιλολόγων


(Δημοσίευση στην εφημερίδα «Μαχητής» στις 31 Μαΐου 2017)

Δεν υπάρχουν σχόλια: