Δευτέρα 31 Ιουλίου 2017

Η τελειότητα της Κυριακής προσευχής

του Γεωργίου Μπαμπινιώτη,
ομοτίμου καθηγητού Γλωσσολογίας, πρώην υπουργού
και τέως πρυτάνεως του Πανεπιστημίου Αθηνών


Η ανάγκη επικοινωνίας τού ανθρώπου με τον Θεό (όποιον θεό πιστεύει), η ανάγκη τής προσευχής, είναι από πολύ παλιά γνωστή στον άνθρωπο και εμφανίζεται στις γλώσσες των περισσοτέρων λαών. 

Στην Ελληνική η λέξη προσεύχομαι (απευθύνω ευχή, αίτημα ή παράκληση προς τους θεούς) πρωτοαπαντά στον Αισχύλο, ενώ ως τεχνικός όρος η λέξη προσευχή μαρτυρείται πολύ αργότερα στην Αγία Γραφή, στο κείμενο τής Παλαιάς Διαθήκης και ­ με ιδιαίτερο βάρος και βάθος ­ στο κείμενο τής Καινής Διαθήκης. Δεν έχω, δυστυχώς, τον επιστημονικό θεολογικό οπλισμό, για να ερμηνεύσω το βαθύτερο περιεχόμενο, το δογματικό νόημα και τη σημασία που έχει στην ορθόδοξη, ιδίως, παράδοση η έννοια τής προσευχής. Αυτό που ακροθιγώς επιχειρώ να δείξω εδώ, στο θεωρητικό πλαίσιο μιας κειμενογλωσσικής ανάλυσης που ανάγεται στον Roman Jakobson, είναι η γλωσσική δομή τής κυριακής προσευχής, όπως μας παραδίδεται από το Ευαγγέλιο (Ματθ. 6, 9-13 και Λουκ. 11, 2-4), την οποία θεωρώ ως ιδανικό κείμενο. Κατά το κείμενο τού Ευαγγελίου, την παραδίδει ο ίδιος ο Κύριος στους ανθρώπους (εξ ου και «κυριακή» προσευχή), λέγοντας «ούτως ουν προσεύχεσθε υμείς» και συνοδεύοντάς την μ’ ένα πολύ διδακτικό ηθικό αλλά και γλωσσικό σχόλιο: «Προσευχόμενοι δε μη βαττολογήσητε, ώσπερ οι εθνικοί. δοκούσι γαρ ότι εν τη πολυλογία αυτών εισακουσθήσονται. μη ουν ομοιωθήτε αυτοίς. οίδε γαρ ο πατήρ υμών ων χρείαν έχετε προ τού υμάς αιτήσαι αυτόν» (Ματθ. 6, 7-9).

Εξ ορισμού ως προσευχή, ως κείμενο ευχών και αιτημάτων / παρακλήσεων, το κείμενο τής κυριακής προσευχής (γνωστό και ως «Πάτερ ημών») λειτουργεί μ’ έναν κεντρικό μηχανισμό τής γλώσσας, την τροπικότητα. Είναι ο μηχανισμός τής γλώσσας που, άλλοτε γραμματικοποιημένος (με τη μορφή των εγκλίσεων τής Προστακτικής, τής Υποτακτικής και τής Ευκτικής, όπως συμβαίνει στην αρχαία ελληνική γλώσσα) και άλλοτε λεξικοποιημένος (με «δείκτες τροπικότητας», όπως τα ας, να και θα στη Νέα Ελληνική), χρησιμοποιείται από τον ομιλητή τής Ελληνικής για επικοινωνιακές ανάγκες όπως η έκφραση επιθυμίας, ευχής, παράκλησης, προτροπής, προσταγής, απαγόρευσης, απειλής κ.τ.ό.
Το κείμενο τής κυριακής προσευχής είναι υπόδειγμα λιτότητας, περιεκτικότητας και ευθυβολίας. Περιλαμβάνει: α) μια επίκληση προς τον Θεό, εκφρασμένη με την πτώση τής επίκλησης, την κλητική, με την οποία και αρχίζει: Πάτερ ημών… β) τρεις ευχές / επιθυμίες, εκφρασμένες με τριτοπρόσωπους μονολεκτικούς τύπους τής κατεξοχήν τροπικής έγκλισης, τής Προστακτικής: αγιασθήτω – ελθέτω – γενηθήτω… και γ) τρία αιτήματα / παρακλήσεις, εκφρασμένα με τους κατεξοχήν τύπους Προστακτικής, τους τύπους τού β’ προσώπου: δος – άφες – μη εισενέγκης, αλλά ρύσαι…
Κάθε ευχή και κάθε αίτημα εξειδικεύεται (η εξειδίκευση αποτελεί έναν άλλο κεντρικό μηχανισμό τής γλώσσας) με τα πιο άμεσα και απαραίτητα στοιχεία. Οι τρεις ευχές μ’ ένα ομοιόμορφο ονοματικό υποκείμενο: αγιασθήτω ­ το όνομά σου, ελθέτω ­ η βασιλεία σου, γενηθήτω ­ το θέλημά σου. Τα τρία αιτήματα με δύο συμπληρώματα (προσώπου και πράγματος) στο κάθε ρήμα τους: δος ­ ημίν τον άρτον, άφες ­ ημίν τα οφειλήματα ημών, μη εισενέγκης ­ ημάς εις πειρασμόν και ρύσαι ­ ημάς από τού πονηρού (εις πειρασμόν και από τού πονηρού είναι εμπρόθετα συμπληρώματα / αντικείμενα).
Περαιτέρω, λιτή πάντοτε, εξειδίκευση γίνεται με ελάχιστες αναφορές τόπου, χρόνου και τρόπου: πάτερ ημών ­ ο εν τοις ουρανοίς (εξειδίκευση τόπου), γενηθήτω το θέλημά σου ­ ως εν ουρανώ και επί τής γης (εξειδίκευση τόπου), δος ημίν σήμερον τον άρτον ημών τον επιούσιον (εξειδίκευση χρόνου), άφες ημίν τα οφειλήματα ημών ­ ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών (εξειδίκευση τρόπου).
Το περιεχόμενο τού κειμένου κλιμακώνεται νοηματικά: προηγούνται οι ευχές και ακολουθούν τα αιτήματα. Ξεκινάει με ό,τι αναφέρεται στον ίδιο τον Θεό, για να περάσει μετά στα αιτήματα. Κι εδώ κλιμάκωση, από τα υλικά στα πνευματικά αιτήματα: τα προς το ζην ­ άφεση αμαρτιών ­ προστασία από τον πειρασμό. Γλωσσικά σε όλο το κείμενο κυριαρχεί και προβάλλεται το ρήμα: αγιασθήτω ­ ελθέτω ­ γενηθήτω, δος ­ άφες ­ μη εισενέγκης ­ ρύσαι. Κυριαρχούν και προτάσσονται οι ευχές και τα αιτήματα. Η εξειδίκευσή τους επιτάσσεται, τα υποκείμενα δηλαδή και τα αντικείμενά τους (με εξαίρεση το αντικείμενο τού δος).
Συμπέρασμα. Το κείμενο τής κυριακής προσευχής είναι ένα κείμενο που θα μπορούσε, με επικοινωνιακά – γλωσσικά κριτήρια, να χαρακτηρισθεί ως «ιδανικό». Είναι λιτό, γιατί περιορίζεται σε βασικές πληροφοριακές δομές (επίκληση ­ ευχές ­ αιτήματα), σε εξίσου βασικές εξειδικευτικές πληροφορίες (ονοματικά υποκείμενα στις ευχές ­ διπλά ονοματικά συμπληρώματα στα αιτήματα) και σε ελάχιστες εξειδικεύσεις χρόνου, τόπου και τρόπου. Με μια εντυπωσιακή οικονομία γλωσσικών μέσων ­ στο κείμενο χρησιμοποιείται μόνο Προστακτική, με εξαίρεση τη μοναδική διαπιστωτική ρηματική δήλωση, την Οριστική αφίεμεν ­ επιτυγχάνεται μια ουσιαστική, καίρια και γνήσια μορφή επικοινωνίας, χωρίς ρητορείες, επιτηδεύσεις και περιττό λεκτικό φόρτο. Η συμμετρία και η έντονα αισθητή επανάληψη των ίδιων συντακτικών και μορφολογικών δομών (το γνωστό φαινόμενο τού «παραλληλισμού»), που φάνηκε ελπίζω έστω και αμυδρά στη σύντομη ανάλυσή μας, εξασφαλίζει στο κείμενο τής κυριακής προσευχής αίσθηση ρυθμού και μέτρου (που δεν θίξαμε εδώ), γεγονός που οδηγεί στην εύκολη πρόσληψη και μνημονική ανάκληση τού κειμένου. Πρόκειται για ένα θαυμαστό, τέλειο στην απλότητα και τη βαθύτητά του κείμενο, που δείχνει ανάγλυφα την εκφραστική δύναμη, στην οποία μπορεί να φθάσει η γλώσσα τού ανθρώπου, απόρροια τής ιδιότητας που μοιράζεται «κατά χάριν» ο άνθρωπος με τον Θεό, απόρροια τού πνεύματος.

Παρασκευή 28 Ιουλίου 2017

επικήδειος στον Ιωάννη Μπελέκο

Αύριο, 29 Ιουλίου 2017 στον κοιμητηριακό ναό του Ευηνοχωρίου θα τελεσθεί το τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο του λίαν κατηρτισμένου συναδέλφου ιεροψάλτου Ιωάννου Μπελέκου.  Με την ευκαιρία αυτή δημοσιεύουμε κατωτέρω την σύντομη προσλαλιά που απηύθυνε ο γενικός γραμματέας του συλλόγου μας Δημήτριος Παπακαμμένος κατά την εξόδιο ακολουθία.

ἅγιε πρωτοσύγγελε, σεβαστοί πατέρες, ἀγαπητοί ἀδελφοί,
τόν κυρ-Γιάννη Μπελέκο λίγο τόν ἐγνώριζα προσωπικά, κυρίως ἀπό τή συναναστροφή μας στό ἀναλόγιο κατά τήν πανήγυρη τοῦ Ἁγίου Χριστοφόρου, πολιούχου τῆς πόλεως τοῦ Αγρινίου. Ὅμως πολύ τόν ἐκτίμησα μέσα ἀπό τά βιβλία τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς πού ὁ ἴδιος εἶχε μελοποιήσει καί ἐκδώσει. Αὐτό καταδεικνύει τήν ἀγάπη του γιά τήν ψαλτική τέχνη, τήν ὁποία τόσο πιστά ὑπηρέτησε ἀπό μικρῆς ἡλικίας σέ πολλά μέρη καί πολλούς ναούς. Στόν Ἅγιο Δημήτριο Ἀγρινίου ἐπί μία ἑπταετία συνεργάστηκε μέ τούς συναδέλφους, αφήνοντας τίς καλύτερες ἐντυπώσεις γιά τόν χαρακτήρα του καί τίς ἱκανότητές του στό ἱερό ἀναλόγιο. Ἦταν προσιτός ἀκόμη καί ἀπό μικρούς μαθητάς τῆς σχολῆς βυζαντινῆς μουσικῆς (τούς ὁποίους ὑπεραγαποῦσε), οἱ ὁποίοι ἀναζητοῦσαν τά βιβλία του, παρέχοντάς τα πάντοτε δωρεάν. Ἡ κορύφωση δέ τῆς ἀγάπης του γιά τήν μουσική τῆς λατρείας μας ἦταν ὅτι κατέβαλε ἰδιαίτερη ἐπιμέλεια καί προσπάθησε ὥστε σέ ἡλικία 70 ἐτῶν περίπου ἔμαθε νά γράφει τήν βυζαντινή παρασημαντική σέ ἡλεκτρονικό ὑπολογιστή (μέσα ἀπό εἰδικό πρόγραμμα), πράγμα πολύ δύσκολο γιά τήν ἡλικία του.
Ἐκ μέρους τοῦ συλλόγου ἱεροψαλτῶν Ἀγρινίου "Ἄνθιμος ὁ ἀρχιδιάκονος" δεόμεθα καί παρακαλοῦμε τόν Κύριο τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου ὅπως τάξει τήν ψυχή τοῦ ἀδελφοῦ Ἰωάννου μετά δικαίων καί ἀγγελικῶν χορῶν, νά συνεχίσῃ στούς οὐρανούς τήν τέχνη τῶν ἀγγέλων πού τόσο ἀγάπησε σ' αὐτή τήν ἐπίγεια ζωή του. Στούς οἰκείους του δέ νά ἐκφράσουμε τά συλλυπητήριά μας εὐχόμενοι τήν ἐξ ὕψους παρηγορίαν καί καλήν ἀνάμνησιν.
Αἰωνία σου ἡ μνήμη, ἀδελφέ Ἰωάννη.

Τρίτη 25 Ιουλίου 2017

Κήρυγμα ἐπὶ τῇ ἑορτῇ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς

«Τὴν σπουδήν σου τῇ κλήσει κατάλληλον ἐργασαμένη φερώνυμε»
         
Ἡ παραλαβὴ μίας πρόσκλησης, ἑνὸς καλέσματος εἶναι μία κοινὴ ἐμπειρία. Ὅλοι μας ἔχουμε δεχθεῖ σὲ κάποια στιγμὴ τῆς ζωῆς μας μία πρόσκληση γιὰ ἕνα γεγονὸς εἴτε συμμετοχῆς μας στὴ χαρὰ κάποιου ἀδελφοῦ μας, εἴτε συμπαράστασής μας στὸ πένθος κάποιου συνανθρώπου μας. Κάθε πρόσκληση ἔχει ἕναν ἀποστολέα καὶ ἕναν παραλήπτη. Κάποιος τὴν στέλνει καὶ κάποιος ἄλλος τὴν ἀποδέχεται ἢ τὴν ἀπορρίπτει.
Μία πρόσκληση ὅμως μᾶς ἀπευθύνει καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ἕνα ἀλλιώτικο κάλεσμα ἀπὸ τὰ συνηθισμένα ποὺ λαμβάνουμε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Πρόκειται γιὰ τὴν ‘‘κλήση τοῦ Θεοῦ’’, ὅπως τονίζουν οἱ Ἅγιοι καὶ Θεοφόροι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ Δημιουργός του σύμπαντος κόσμου ἀγαπάει τὸν ἄνθρωπο. Θέλει τὴ σωτηρία πάντων ἡμῶν. Ἐπιζητεῖ τὴν ‘‘ἐν Χριστῷ ἀπολύτρωση καὶ υἱοθεσία’’ ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Θὰ γράψει χαρακτηριστικὰ ὁ Ἀπ. Παῦλος στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή του ὅτι ὅλοι οἱ εἰς Χριστὸν πιστεύοντες εἶναι «κλητοί». Καὶ μάλιστα θὰ ὑπογραμμίσει: «κλητοῖς ἁγίοις» (Ρώμ. α΄ 7). «Καλεσμένοι νὰ γίνουν ἅγιοι». Καθένας γενόμενος μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ μετὰ τὴν βάπτισή του, μετέχει στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας. Γίνεται ἀποδέκτης τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ. Λαμβάνει τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐγκεντρίζεται στὴν θεανθρώπινη ζωή. Σώζεται ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Λυτρώνεται ἀπὸ τὰ πάθη του. Καταπατᾶ τὸν «πτερνιστὴ» Διάβολο. Βρίσκεται στὸ δρόμο τῶν ἀρετῶν, μὰ κυρίως βαδίζει τὴν ὁδὸ τοῦ Κυρίου μας.
Ὁ Θεὸς μᾶς καλεῖ στὴν ὕπαρξη, πρὶν ἀκόμη γεννηθοῦμε, ἐπειδὴ μᾶς ἀγαπᾶ. Δὲν μᾶς προσκαλεῖ στὴ ζωή γιὰ νὰ γεννηθοῦμε καὶ νὰ πεθάνουμε, ἀλλὰ γιὰ νὰ ζήσουμε καὶ νὰ σωθοῦμε, νὰ ἑνωθοῦμε μαζί Του καὶ νὰ ἀπολαύσουμε τὴν αἰωνιότητα. «Οὐχ ὑμεῖς μὲ ἐξελέξασθε ἀλλ’ ἐγὼ ἐξελαξάμην ὑμᾶς» (Ἰωάν. ιε’, 16). «Δὲν μὲ διαλέξατε ἐσεῖς, ἀλλὰ ἐγὼ σᾶς διάλεξα». Ἄραγε κάνει διακρίσεις ὁ Θεός; Ὄχι! Καλεῖ ὅλους καὶ τὸν κάθε ἄνθρωπο ξεχωριστὰ στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Μᾶς προσκαλεῖ ὅπως εἴμαστε, ὡς ξεχωριστὲς προσωπικότητες μὲ τὰ εἰδοποιὰ στοιχεῖα μας. Βεβαίως μᾶς καλεῖ σεβόμενος τὴν ἐλευθερία μας, ἀφήνοντας στὴ δική μας προαίρεση τὸ ἐὰν θὰ Τὸν ἀκολουθήσουμε ἢ ὄχι. Στὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας τὸ ὁποῖο σὲ καμμία περίπτωση δὲν εἶναι ὁ ναὸς ὡς κτίσμα, ἀλλὰ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, καλοῦνται νὰ στοιχηθοῦν πάντες μὲ σκοπὸ τὴ λύτρωσή τους. Κανένας δὲν εἶναι τέλειος! Κανεὶς ἀλάνθαστος! Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι χωροῦν στὸ σχέδιο τῆς Θείας Οἰκονομίας.
Ἐνώπιόν του Θεοῦ εἴμαστε ὅλοι ἴσοι. Ποιοὺς ἐξέλεξε ὁ Θεάνθρωπος Κύριος βοηθούς Του στὸ ἔργο Του μέσα στὸν κόσμο; Τοὺς ἁπλοὺς ψαράδες! Ὄχι ἐπιστήμονες, βασιλεῖς καὶ πλούσιους. Ἀπεναντίας ἁπλοϊκοὺς ἀνθρώπους τῆς καθημερινότητας. Αὐτοὶ δὲ ἄμεσα, ἀβίαστα καὶ ἀπρόσκοπτα ἔδειξαν ἐμπιστοσύνη στὸ Χριστό. Μήπως τὸ ἴδιο δὲν ἔκαναν καὶ οἱ Ἅγιοί της Ἐκκλησίας μας, οἱ φίλοι του Θεοῦ; Ἀφιέρωσαν ὅλο τους τὸ «εἶναι» στὸ Χριστὸ καὶ στὴ διακονία τῆς Ἐκκλησίας. Ἔδωσαν ἀκόμη καὶ τὸ αἷμα τοὺς  προκειμένου νὰ μὴν προδώσουν τὴ  χριστιανική τους πίστη.
Σήμερα τιμοῦμε τὴν Ἁγία Ὁσιοπαρθενομάρτυρα Παρασκευή. Ἡ Ἁγία μας ἀπὸ τὴν μικρή της ἡλικία δέχθηκε στὴ ζωὴ τῆς τὴν «κλήση τοῦ Θεοῦ». Ὄχι ἁπλῶς τὴν ἀποδέχθηκε, ἀλλὰ καὶ τὴν καλλιέργησε. Ὁ βίος καὶ τὰ ἔργα της αὐτὸ μαρτυροῦν. Πρῶτα ὄργανα τῆς Θείας Χάριτος στὸ δρόμο της ὑπῆρξαν οἱ δύο εὐσεβεῖς γονεῖς της, Ἀγάθωνας καὶ Πολιτεία. Ἰδιαιτέρως δὲ ἡ μητέρα της, ἡ ὁποία τὴν γαλούχησε μὲ τὰ ἀθάνατα νάματα τῆς πίστεώς μας. Ἀπὸ τὴν ἄλλη καὶ ἡ ἴδια ἡ Παρασκευὴ ἀκολούθησε μέχρι τέλους τὴ χριστιανικὴ ζωή.  Πολλοὶ συμβαίνει νὰ λαμβάνουν χριστιανικὴ παιδεία καὶ νουθεσία, ἀλλὰ στὴν πορεία τους νὰ ἐκτρέπονται ἀπὸ αὐτή. Ἡ Ἁγία Παρασκευὴ ἔμεινε σταθερὴ «ἐν οἶς ἔμαθε καὶ ἐπιστώθη» (Β’ Τιμ. γ΄ 14). Ἔφθασε στὸ σημεῖο νὰ γίνει ὁ διαπρύσιος κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου στοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Γέμισε μὲ φῶς Χριστοῦ καὶ ἐλπίδα Ἀναστάσεως τὶς καρδιὲς ὅλων τῶν συνανθρώπων της. Δὲν κάμφθηκε μπροστὰ στὶς δυσκολίες. Ἂν καὶ ἔμεινε ὀρφανή, δὲν γόγγυσε οὔτε λεπτό. Μοίρασε ὅλη τὴν περιουσία της στοὺς πτωχοὺς καὶ ἐπιδόθηκε σὲ πλῆθος ἀγαθοεργιῶν. Παρότι διῆλθε μέσα ἀπὸ πολλὰ μαρτύρια, παρέμεινε ἑδραῖα καὶ ἀμετακίνητη στὰ «πιστεύω» της. Ἀκόμη καὶ ὅταν συκοφαντήθηκε στοὺς τοπικοὺς ἡγεμόνες, ἀπ’ ὅπου κι ἂν πέρασε, καὶ ὁδηγήθηκε σὲ σκληρὰ βασανιστήρια, ἐκείνη ἔβγαινε ἀλώβητη. Ἔτρεξε παντοῦ, φθάνοντας μέχρι τὴν Ἑλλάδα γιὰ νὰ κηρυχθεῖ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Στὸ τέλος βέβαια ἕνας ἡγεμόνας ἐπ’ ὀνόματι Ταράσιος, διέταξε τὸν ἀποκεφαλισμό της. Ἔτσι ἔλαβε τὸ ἀμαράντινο στεφάνι τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ.
Ἡ Ἁγία Παρασκευὴ, ὅπως πράγματι δηλώνεται καὶ ἀπὸ τὸ ὄνομά της, προετοίμασε τὸν ἑαυτὸ της κατάλληλα ὥστε τὴν θεία κλήση της νὰ τὴν φέρει εἰς πέρας μέχρι τὸ τέλος ἐπαξίως. «Τὴν σπουδήν σου τῇ κλήσει κατάλληλον ἐργασαμένη φερώνυμε», ψέλνουμε στὸ ἀπολυτίκιό της. Ὄντως καλλιέργησε τὸ κάλεσμα τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή της. Ἀγωνίστηκε γιὰ τὴν σωτηρία, ὄχι μόνο τοῦ ἑαυτοῦ της, ἀλλὰ καὶ τῶν ἀδελφῶν της. Ζοῦμε σὲ μία ἐποχὴ ποὺ ἀνταποκρινόμαστε σὲ ὅλα τὰ ἄλλα καλέσματα, ὅπως τῆς τεχνολογίας, τῆς ἐπιστήμης, τῆς οἰκονομίας κ.τ.λ., ἐκτός του καλέσματος τοῦ Θεοῦ. Καὶ τὸ βλέπουμε, ὅταν οἱ ἄνθρωποι μένουν ἀκατήχητοι καὶ ἄγευστοι τῆς χαρᾶς τοῦ Κυρίου. Ὑπάρχουν μόνο κατ’ ὄνομα χριστιανοί. Ἡ ὑπευθυνότητα γιὰ τὴν κατάσταση αὐτὴ ἀνήκει σὲ ὅλους μας καὶ ὄχι στὸ Θεό. Αὐτὸ ὀφείλουμε νὰ τὸ κατανοήσουμε.
Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς ἐξυμνώντας τὶς ἀρετὲς τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, κυρίως τὴ σταθερότητά της στὴν κλήση τοῦ Θεοῦ, γράφει τὰ ἑξῆς διδακτικὰ πρὸς ὅλους μας: «Ἡ Ἁγία Παρασκευὴ εἶναι ἐκείνη ποὺ ἑτοιμάστηκε διὰ τὸν Χριστόν. Ἦταν 12 ἐτῶν κόρη ἀπὸ γένος εὐγενικό. Ἔμεινε ὀρφανὴ καὶ μοίρασε τὰ πάντα στοὺς φτωχούς, ἀγόρασε δὲ μὲ αὐτὰ τὸν παράδεισο. Μεταχειρίστηκε ὡς φκιασίδια τὰ δάκρυα, ἐνθυμούμενη τὶς ἁμαρτίες της. Ὡς σκουλαρίκια εἶχε τὰ αὐτιὰ της ἀνοικτὰ γιὰ νὰ ἀκούει τὶς Ἅγιες Γραφές. Ὡς κορδόνι εἶχε τὶς πολλὲς νηστεῖες, ὅπου ἔκαναν τὸ λαιμό της νὰ λάμπει ὡς ἥλιος. Ὡς δακτυλίδια τοὺς κόμβους τῶν δακτύλων της ἀπὸ τὶς πολλὲς μετάνοιες ποὺ ἔκανε. Ὡς χρυσὸ ζωνάρι τὴν παρθενία της τὴν ὁποία ἐφύλαξε σὲ ὅλη της τὴ ζωή. Ὡς φόρεμα τὴ ντροπὴ ποὺ εἶχε στὸν ἑαυτό της καὶ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ ὅπου τὴν σκέπαζε». Ἡ Ἁγία Παρασκευὴ προετοιμάσθηκε γιὰ τὸν Χριστό, ἐμεῖς μένουμε ἁπλοὶ θεατὲς καὶ θαυμαστὲς τῶν παλαισμάτων της; Ἢ μήπως καλούμαστε νὰ γίνουμε διάδοχοι τῶν δικῶν της ἀρετῶν, τῶν δικῶν της πονημάτων, τῆς δικῆς της πίστης; Ἂς διαλέξουμε τὸ ἀληθινὸ καὶ οὐσιῶδες πού ἐνυπάρχει στὸ Θεὸ καὶ ὄχι ἐκτὸς Αὐτοῦ! Ἡ ἐπιλογὴ βρίσκεται στὰ δικά μας χέρια. Γένοιτο!
Ἰωάννης Γκιάφης.

Πέμπτη 20 Ιουλίου 2017

ο μέγας πλούτος της βυζαντινής μουσικής

Ἡ ἀξία τῆς μουσικῆς μας παραδόσεως
 
Ἡ δισχιλιετὴς ἱστορία τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς καὶ ἡ θαυμαστὴ δια δικασία τῆς ἐξελίξεώς της σὲ συνδυασμὸ μὲ τὸ μεταφυσικὸ σκοπὸ ποὺ ὑπηρετεῖ, τὴν καθιστοῦν ἕνα μοναδικὸ καὶ ἀνεκτίμητο στοιχεῖο τῆς παραδόσεως. Τὸ βάθος τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς συναισθάνονται περισσότερο ὅσοι ἔχουν τὴν εὐλογία νὰ ἐντρυφοῦν καὶ ἐπιστημονικὰ στὸ «μέγα πέλαγος» τῆς ψαλτικῆς.
Ἡ τελικὴ ἐξωτερικὴ ἁπλότητα μὲ τὴν ὁποία ἔρχεται σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸν ἀκροατή, ἀποτελεῖ ἁπλῶς τὸ ἀπαύγασμα τοῦ κεκρυμμένου μεγαλείου της. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι παράλληλα μὲ τὸν ἀρχικό της ρόλο ὡς ἐνδύματος τοῦ λόγου, ἔφθασε καὶ ὡς τέχνη σὲ τέτοιο ὕψος καὶ πνευματικότητα, ποὺ κατέλαβε μιὰν ἰδιαίτερη θέση στὴ λατρεία μας.
Ὡς ἀπόδειξη τρανὴ τούτου, ἡ παράδοσις καλλιέργησε καὶ μᾶς διέσωσε τὰ ἀργὰ μαθήματα (ποὺ φθάνουν μερικὲς φορὲς νὰ ἀναπτύξουν ἕνα καὶ μόνο φωνῆεν σὲ πέντε καὶ δέκα μουσικὲς ἀράδες) καὶ τὰ κρατήματα (τεριρέμ). Ἐν ὀλίγοις, ἡ βυζαντινὴ μουσικὴ λειτουργεῖ καὶ αὐτόνομα, ἔχοντας ἀφ᾿ ἑαυτῆς τὴ δύναμη νὰ ἐξυψώνῃ τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὰ γήινα στὰ θεῖα.
Ἡ ἀξία τῆς παραδόσεως δὲν εἶναι μουσειακή. Τὰ μεγαλουργήματα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου Κουκουζέλη, τοῦ λαμπαδαρίου τῆς ἁγια-Σοφιᾶς Ἰωάννου Κλαδᾶ καὶ τόσων ἄλλων μουσικῶν μεγαλοφυϊῶν μποροῦν καὶ σήμερα νὰ ψαλοῦν στὶς ἐκκλησιές μας. Ἐπιπλέον ἡ παράδοση μπορεῖ νὰ λειτουργήσῃ ὡς ἀσφαλιστικὴ δικλεῖδα σὲ ψάλτες καὶ μελοποιοὺς ἀπὸ παρεκτροπὲς καὶ ἀμφίβολες περιπλανήσεις ἢ ἁπλῶς ἀπὸ τὴν ἄκριτη μίμηση προσωπικῶν ἐ ξάρσεων μεγάλων ψαλτῶν ἢ ἄλλων προτύπων.
Εἴθε ἡ πραγματικότητα αὐτὴ νὰ μᾶς κεντρίσῃ τὸ ἐνδιαφέρον καὶ τὸ φιλό τιμο γιὰ βαθύτερη γνώση αὐτοῦ τοῦ πολιτισμοῦ, τοῦ ὁποίου εἴμαστε ἄμεσα ἢ ἔμμεσα φορεῖς.

(ἀπόσπασμα ἄρθρου ἀπό τό περιοδικό ΕΡΩ)

Δευτέρα 17 Ιουλίου 2017

ο διάβολος δεν θέλει συνεργασίες ψαλτών

μαρτυρία του φοιτητή και ιεροψάλτη Παύλου Τσουκνίδα (νυν κληρικού) από επίσκεψή του στο μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ στην Εύβοια: 
 
Σε μία θεία λειτουργία δεν ιερουργούσε ο Γέροντας (π. Ιάκωβος Τσαλίκης), αλλά ο π. Αλέξιος. Εγώ ήθελα να ψάλλω με τους μοναχούς, αλλά δεν μπορούσα, κάτι σαν να με έπνιγε στον λαιμό. Όταν τελείωσε η λειτουργία, πήγα στο Ιερό για να εξομολογηθώ στον Γέροντα. Αφού φόρεσε το πετραχήλι του κι έβαλε "ευλογητός", καθίσαμε γονατιστοί. Και πριν αρχίσω την εξομολόγηση, μού λέει:
- παιδί μου Παύλο, ήθελες και συ σήμερα να ψάλλεις, αλλά δεν μπορούσες.
- ναι, Γέροντα, τού απαντώ. Μήπως ήθελα να ψάλλω υπερήφανα και δεν μπορούσα; 
- όχι, παιδί μου, απαντά ο Γέροντας. Να γνωρίζεις ότι κατά την ώρα της ακολουθίας ένα πονηρό πνεύμα σε κρατούσε απ' το λαιμό. Εγώ απ' εκεί που ήμουνα το έβλεπα. Δεν σε χωνεύει που έρχεσαι τακτικά στο μοναστήρι.

Παρασκευή 14 Ιουλίου 2017

δοξολογία σε πλάγιο πρώτο ειρμολογικό (Σπυρίδωνος Παπασούλη)

Ο συμπατριώτης μας ιεροψάλτης κι εκλεκτός φίλος του συλλόγου μας Σπυρίδων Παπασούλης διακρίνεται και ως μελοποιός. 
Παρουσιάζομε σήμερα σχετικό βίντεο, όπου οι Ευάγγελος Γκίκας και Δανιήλ Καραμπάσης ψάλλουν σύντομη δοξολογία του πλαγίου πρώτου ήχου. 


Τρίτη 11 Ιουλίου 2017

ο Απόστολος Βετσόπουλος γράφει για τον αείμνηστο Σπυρίδωνα Υφαντή





ΑΡΘΡΟ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΟΥ
ΣΠΥΡΙΔΩΝΑ ΔΑΜΙΑΝΟΥ ΥΦΑΝΤΗ

Η αγάπη προς τους δασκάλους αποτέλεσε το χρέος για να αφήσω μερικές πινελιές θύμησης και νοσταλγίας, τιμώντας τον Άρχοντα Υμνωδό της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας Σπυρίδωνα Υφαντή ο οποίος ορμώμενος από το Νεοχωράκι Άρτας, όπου γεννήθηκε το 1937, αλλά ακμάσας ως μουσικός και παιδαγωγός σε αρκετές πόλεις της Ελλάδας, όπως στην Αθήνα, το Καρπενήσι, το Αγρίνιο, το Αίγιο, τη Λευκάδα, την Άρτα και τα Γιάννενα, απεδήμησε στας αιωνίους μονάς στις 24 Φεβρουαρίου 2017 στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο των Ιωαννίνων, όπου νοσηλευόταν. Εσίγησε στην παρούσα ζωή ένας μεγάλος εκφραστής και συνεχιστής της Βυζαντινής μουσικής και παράδοσης. Ο μακαριστός φίλος Σπύρος Υφαντής εμφανίστηκε στην περιοχή Αγρινίου το 1975 ως δάσκαλος και ιεροψάλτης. Αμέσως, ξεχώρισε ως πρωτοψάλτης όχι μόνο για το ύφος του, την εκτελεστική δεινότητα και στιβαρή έκφραση των ύμνων της Βυζαντινής εκκλησιαστικής Μουσικής, αλλά και για την προσήνεια και τη συγκατάβαση προς τους νέους, που ήθελαν να γίνουν ιεροψάλτες. Ιδιαιτέρως το ύφος του και ο τρόπος του ψαλσίματός του αντηχούσαν ουράνιες μελωδίες που συνυφαίνονταν με κατάνυξη, μεγαλοπρέπεια και αρχοντιά. Ο Υφαντής ακολουθούσε κλιμακούμενη ψαλμωδία, που αφού περνούσε από το δοξαστικό και την αργή δοξολογία, έφτανε στην κορύφωση με το χερουβικό ύμνο. Έχει ψάλλει συγκλονιστικά «Τριάδι», αφού κεντούσε στην κυριολεξία και απέδιδε ολοκληρωμένη μελωδία, συνοδεύοντας τα Χερουβείμ, που υπερίπταντο. Είχε συναίσθηση ότι ανήκε στον κατώτερο κλήρο και πίστευε ότι ο ψάλτης αποτελούσε για τους ανθρώπους τον αγωγό θείας κατάνυξης και προσευχής. Στο ψάλσιμό του δεν κυριαρχούσε το μουσικό μέλος πάνω στο εκκλησιαστικό κείμενο, αλλά έψαλε σεβόμενος το κείμενο για γίνεται κατανοητό στους πιστούς το πολύτιμο νόημά του. Ο αμείλικτος μουσικός χρόνος, δηλαδή η χρονική αγωγή, που είναι ο ιδιαίτερος ρυθμός με τον οποίο ψάλλεται κάθε τροπάριο και ύμνος, αποτελούσε για τον Υφαντή την πρώτιστη προτεραιότητα και δεξιότητα για τη σωστή εκτέλεση και εκμάθηση της Βυζαντινής Μουσικής.
Θυμάμαι ότι από δέκα χρονών έψαλα στα αναλόγια, ακολουθώντας τους ψάλτες και από δώδεκα χρονών ασχολήθηκα με τη Βυζαντινή μουσική, έχοντας ακούσματα μεγάλων ψαλτών, όπως ήταν ο «όντως» άρχων Θρασύβουλος Στανίτσας ο οποίος για τρία συνεχόμενα έτη 1970, 1971 και 1972 έψαλε την Κυριακή της Πεντηκοστής και τη Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος στην Αγία Τριάδα Αγρινίου με ισοκράτη τον Ν. Γιάννου με τα σγουρά τύπου αφάνας μαλλιά, καλεσμένος από τον αείμνηστο παπα-Γιώργη Καλακανίδα. Ο παπα-Γιώργης Καλακανίδας, αφού διακόνισε για λίγα χρόνια το ναό, στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, προφανώς για οικογενειακούς λόγους, ενώ από τον ίδιο προμηθευτήκαμε το εξαίρετο μουσικό «Τριώδιο» του Στανίτσα, τυπωμένο το 1969. Στο δεξιό αναλόγιο του ιερού ναού της Αγίας Τριάδος έβλεπα τον Στανίτσα από ψηλά, από τον γυναικωνίτη του ναού, καθώς εκκλησιαζόμουν μαζί με τη μητέρα μου και τα αδέρφια μου από την ηλικία των εννέα χρόνων. Μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση η καλλικέλαδη φωνή του, ο ιδιαίτερος τρόπος ψαλσίματός του και το παράστημά του. Στη ίδια εκκλησία, επίσης,  πηγαίναμε με το 3ο Δημοτικό Σχολείο Αγρινίου, που βρίσκεται δίπλα στο ναό, το Σάββατο για να λειτουργηθούμε, όπου στο δεξιό αναλόγιο έψαλε περιστασιακά ο αείμνηστος διευθυντής μας Κωνσταντίνος Ζώης με συνοδεία μικρών μαθητών και ανάμεσά τους ήμουνα κι εγώ μαθητής της Πέμπτης δημοτικού.
Έγινε η αναφορά αυτή στη σύνδεση του Στανίτσα με το Αγρίνιο για να επισημανθεί ότι ο Υφαντής πλησίασε σε πολύ μεγάλο βαθμό το ύφος του Στανίτσα και διατηρούσε σύνδεσμο μαζί του, αφού όταν πήγα στην Αθήνα για σπουδές το 1980 με έστειλε στον Άρχοντα πρωτοψάλτη Στανίτσα, όπου έψαλλε στον Άγιο Δημήτριο Αμπελοκήπων. Επίσης, όταν ο Στανίτσας λόγω ασθενείας αποχώρησε από το αναλόγιο το 1985, έγινε πρόταση στον Υφαντή για να τον διαδεχθεί, προφανώς ύστερα από σύσταση του Στανίτσα, αλλά ο Σπύρος επέλεξε τη Μητρόπολη του Αιγίου για οικογενειακούς ή και άλλους λόγους, αποφεύγοντας τη μετεγκατάσταση στην πρωτεύουσα. Τίποτε δεν είναι τυχαίο.
Μια Κυριακή του Σεπτεμβρίου (πιθανώς) του 1974 στο αριστερό ψαλτήρι του ενοριακού ναού του Αγίου Γεωργίου στο Αγρίνιο έψαλε ένας νέος ψάλτης ο οποίος ήρθε για να δοκιμαστεί. Καθώς συμμετείχα στο χορό του δεξιού αναλογίου ως μαθητής της δευτέρας Γυμνασίου και της βυζαντινής μουσικής, μου προξένησε πολύ καλή εντύπωση και είπα μέσα μου: «αυτός ο ψάλτης δεν κάνει για αριστερός, αλλά για δεξιός». Τρία χρόνια αργότερα, έμαθα ότι λεγόταν Σπυρίδων Υφαντής, όταν χρειάστηκε να αναζητήσω έναν δεύτερο δάσκαλο στη Βυζαντινή μουσική, ύστερα από την μετεγκατάσταση στην Αθήνα του πρώτου δασκάλου μου Γεωργίου Νάκου, λόγω σπουδών των παιδιών του. Ο Υφαντής σπούδασε βυζαντινή και ευρωπαϊκή μουσική, παίζοντας και ακορντεόν, αλλά καλλιέργησε την πρώτη. Υπήρξε παιδαγωγός δάσκαλος, αλλά και δάσκαλος της μουσικής τέχνης του Βυζαντίου, εκκλησιαστικής και κοσμικής. Ο ναός του Αγίου Γεωργίου στην Ματαράγκα της Μακρυνείας με τα εντοιχισμένα κιούπια για καλύτερη ακουστική, όπου έψαλλε στην Κατοχή για δύο έτη ο μετέπειτα για πολλά έτη Πρωτοψάλτης του Μητροπολιτικού Ναού Αγίου Αθανασίου της πόλης των Ιωαννίνων Σωτήριος Τάττης τον οποίο και διαδέχτηκε ο Σπυρίδων Υφαντής στην τελευταία του θέση το 1990, θα γίνει ο αναβαθμός της ψαλτικής τέχνης του Σπυρίδωνα Υφαντή προς την κατάκτηση της κορυφής (1976-1985). Η ιδιαιτέρως, φιλόμουσος κοινωνία της περιοχής Μακρυνείας με τη δημοτική της παράδοση και του Αγρινίου αγκάλιασε με περισσή αγάπη τον δάσκαλο των παιδιών της και πρωτοψάλτη Σπυρίδωνα Υφαντή ο οποίος με τη σειρά του θα ανταποδώσει τη λατρεία του κόσμου, όταν μετά από είκοσι έτη θα προσκληθεί να ψάλλει στο πανηγύρι της εορτής των πρωτο-κορυφαίων Αποστόλων Πέτρου Παύλου του κοντινού χωριού Ζευγαράκι το 2007, όπου υπηρετούσα ως δεξιός ιεροψάλτης, θα συρρεύσει πολύς κόσμος για να τον τιμήσει από τα γύρω χωριά της Μακρυνείας και ιδιαίτερα από την Ματαράγκα και στο τέλος όλοι, πλήθος κόσμου και πιστών, πήγαν και τον χαιρέτησαν, εκφράζοντας την αγάπη τους προς το πρόσωπό του.
Το 1978, πριν να αρχίσει η ακολουθία των Χαιρετισμών στο ναό του Αγίου Γεωργίου Ματαράγκας, συναντήσαμε μέσα στο ιερό τον βλοσυρό και απόμακρο Επιθεωρητή της Δημοτικής Εκπαιδεύσεως ο οποίος ήρθε προφανώς για να ελέγξει τον Υφαντή, αν θα έψαλλε, επειδή πριν από ένα μήνα είχε κάνει εγχείρηση στις φωνητικές χορδές και τελείωνε η άδειά του. Όμως, θυμάμαι, ήμουνα εκεί μαζί του και σχεδόν έψαλλα μόνος μου όλον τον κανόνα.  Δεν πρόσεχε τη φωνή του ο Σπύρος, τα έδινε «όλα» στο αναλόγιο, στο σχολείο, στις χορωδίες και στη διδασκαλία της βυζαντινής μουσικής σε μαθητές. Έρχονταν στις διάφορες ακολουθίες φιλόμουσοι και κάθονταν στα διπλανά στασίδια και τις καρέκλες για να μυρίσουν τα ηχοχρώματα και τις εξαίσιες συνθέσεις του πρωτοψάλτη και μας προσκαλούσαν στα γιορτινά τραπέζια ύστερα από την εκκλησία για ψυχική και πνευματική ευωχία. Δεν υπήρχε Κυριακή που να μην φτάναμε στο Αγρίνιο μετά το μεσημέρι. Αρκετοί φίλοι και φιλόμουσοι με προεξάρχοντα τον αείμνηστο Μελέτη Σαλάπα επιζητούσαν την παρέα του Σπύρου. Ο Μελέτης, εντρυφώντας στην πλούσια δημοτική και εκκλησιαστική μας παράδοση, μετέδιδε σπάνια ποιήματα και τραγούδια. Μια ποιητική σύνθεση του Ανθίμου του Αρχιδιακόνου του Εφεσιομάγνους, για μια ευϊδή και καλλίπαρρον νέα του Αιτωλικού, που μου μετέφερε ο Μελέτης, ήταν και η εξής: «Την είδατε την Πινελιώ με την ελιά στο μάγουλο…». Χωρίς να είναι υπερβολή, αλλά αληθινή αντανάκλαση της πραγματικότητας, τόσο ο Στανίτσας όσο και ο Υφαντής έκαναν ανθρώπους «χριστιανούς», όπως μερικοί έλεγαν, αφού η μουσική δεινότητα των δύο στην εκτέλεση της βυζαντινής μουσικής, τους συνέπαιρνε σε άλλη ατμόσφαιρα και μετήλλασσεν τον ψυχισμό τους.
Από εκεί, η φήμη του Υφαντή θα απλωθεί σε όλη την Ελλάδα, αφού θα τον ανακαλύψει ο Λυκούργος Αγγελόπουλος και θα τον παρουσιάζει για αρκετό καιρό στην εκπομπή του στο Τρίτο Πρόγραμμα του Κρατικού Ραδιοφώνου της ΕΡΤ, ψάλλοντας αίνους και δοξαστικά. Εξάλλου, τον Υφαντή προσκαλούσαν για αρκετά χρόνια να ψάλλει σε πανηγυρίζοντες ιερούς ναούς στην Κυπαρισσία, Αθήνα, Άρτα, Αγρίνιο και αλλαχού. Όταν ήμουν φοιτητής στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1982 τον προσκάλεσαν να ψάλλει σε πανηγυρίζοντα ιερό ναό των Ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης στην περιοχή της Βορειοδυτικής Αττικής, όπου χιλιάδες πιστών, μητροπολιτών, υπουργών, αρχόντων και λαού, ακολούθησαν την λιτανεία της ιεράς εικόνας των αγίων. Ο Σπυρίδων Υφαντής στο Αγρίνιο επανίδρυσε το Σύλλογο Ιεροψαλτών και στις αρχές της δεκαετίας του ’80 επαναλειτούργησε τη Σχολή της Βυζαντινής μουσικής η οποία σταμάτησε να λειτουργεί, όταν ο Νάκος εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1977. Δεν ήταν υπερόπτης, αλλά απλός, συναινετικός και συγκαταβατικός χαρακτήρας και δεν του άρεσαν οι ίντριγκες και οι μηχανισμοί εξουσίας. Βρέθηκε με την αξία του, εκεί που έφτασε. Στο Αγρίνιο συνέβη και το εξής γεγονός: Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ενώ το εκκλησιαστικό συμβούλιο του ιερού ναού της Αγίας Τριάδας είχε αποφασίσει την πρόσληψή του στη κενή θέση του δεξιού ιεροψάλτη και ο Υφαντής πήγε στην εκκλησία την Κυριακή το πρωΐ για να ψάλλει, του ανακοινώθηκε από τον ιερέα ότι τελικά δεν θα προσληφθεί κατά διαταγή «άνωθεν». Βλέποντας την μετέπειτα πορεία του Υφαντή, που αγαπούσε το Αγρίνιο, καθ΄ ομολογίαν η πόλη και η περιοχή Αγρινίου έχασε από την απουσία του, όταν μετοίκισε στο Αίγιο το 1985, όπου ανέλαβε πρωτοψάλτης του Μητροπολιτικού ναού, ενώ το 1987 ίδρυσε τη Σχολή Βυζαντινής Μουσικής Αιγιαλείας της Ιεράς Μητροπόλεως Καλαβρύτων και Αιγιαλείας, που λειτουργεί μέχρι και σήμερα. Αναρωτιέται κανείς ο Υφαντής δεν έκανε για ιεροψάλτης ενός ενοριακού ναού του Αγρινίου και ήταν άξιος για τη Μητρόπολη της πόλης του Αιγίου;
Την τελευταία εικοσιπενταετία (1990-2015), που έψαλλε στη Μητρόπολη Ιωαννίνων, υπήρχαν άνθρωποι οι οποίοι επισκέπτονταν τα Γιάννενα μόνο και μόνο για να ακούσουν και να συνομιλήσουν με τον Σπύρο Υφαντή. Κάθε τόπος για να πάει μπροστά και να καλλιεργηθεί πνευματικά έχει ανάγκη από μορφές και προσωπικότητες, όπως ήταν ο Υφαντής ο οποίος κινητοποιούσε όλους με τα προτερήματα και τα ελαττώματά τους. Εκτός από εξαίρετος πρωτοψάλτης, ο Υφαντής υπήρξε δάσκαλος και χοράρχης της Βυζαντινής Μουσικής, αφήνοντας πολλούς μαθητές στις περιοχές που έψαλε και δίδαξε. Υπηρέτησε τα αναλόγια των ιερών ναών της Αγίας Βαρβάρας Αργυρουπόλεως (1967-1972) και του Αγίου Σώστη (1972-1974) στην Αθήνα, της Αγίας Τριάδας Παναιτωλίου (1975-1976) και του Αγίου Γεωργίου Ματαράγκας (1976-1985) στην Αιτωλοακαρνανία, του Μητροπολιτικού Ναού της Παναγίας της Φανερωμένης (1985-1990) στο Αίγιο και του Μητροπολιτικού Ναού του Αγίου Αθανασίου (1990-2015) στα Ιωάννινα, εκτός από τη χρονιά 1997-1998, όπου έψαλλε στο Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Δημητρίου στην Άρτα. Το 2004 απονεμήθηκε επαξίως στον Σπύρο Υφαντή το Οφίκιο του Άρχοντος Υμνωδού της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας (Μ.τ.Χ.Ε.) από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και Νέας Ρώμης Βαρθολομαίο ως ύψιστη αναγνώριση της πολυσχιδούς προσφοράς του στη Βυζαντινή Μουσική και την Εκκλησία. Εκτιμώντας την πορεία και την τεράστια προσφορά του στην εκπαίδευση και στην ψαλτική τέχνη, αξίζει να του πούμε ένα πολύ μεγάλο «ευχαριστώ». Τέλος, ευχόμαστε και ελπίζουμε ο αγαπητός φίλος και δάσκαλος Σπυρίδων, αναπαυόμενος στις σκηνές του ουράνιου Παραδείσου, να προσεύχεται για τη σωτηρία μας. Αιωνία η Μνήμη σου, αγαπημένε αδελφέ Σπύρο στη μακαρία ζωή. Μας λείπεις αληθινά!

      Διακαινήσιμος Εβδομάς του Πάσχα 2017

Με εκτίμηση

            Δρ Απόστολος Βετσόπουλος  
                         Σχολικός Σύμβουλος Φιλολόγων


(Δημοσίευση στην εφημερίδα «Μαχητής» στις 31 Μαΐου 2017)